Logo
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Να τεθούν, επιτέλους, κάποια όρια στην επιδίωξη κέρδους από το κύκλωμα των «κόκκινων» δανείων

Να τεθούν, επιτέλους,  όρια στην επιδίωξη κέρδους από το κύκλωμα των «κόκκινων» δανείων.

 
Του Μιχάλη Καρχιμάκη

Την ώρα που η κυβέρνηση παρουσιάζει συνεχώς σε πανηγυρικούς τόνους τα επιτεύγματα
(εντός ή εκτός εισαγωγικών…) της οικονομικής της πολιτικής, το σοβαρότερο οικονομικό και
κοινωνικό πρόβλημα της χώρας όχι μόνο δεν επιλύεται, αλλά ούτε καν συζητείται.
«Κόκκινα» δάνεια 70 δισ. ευρώ, που βαρύνουν αναρίθμητα νοικοκυριά και επιχειρήσεις,
έχουν αφεθεί εν λευκώ στη διαχείριση εξειδικευμένων εταιρειών και funds, σε καθεστώς
απόλυτης αδιαφάνειας και έλλειψης ελέγχου και λογοδοσίας για τις πρακτικές που
ακολουθούν.

Το πρόβλημα δεν είναι θεωρητικό ή ιδεολογικό.
 Επηρεάζει καθοριστικά τη ζωή και το
μέλλον όλων των δανειοληπτών. 
Το μεγάλο ερώτημα που ουδείς απαντά ,είναι πόσο δίκαιες
και πόσο βιώσιμες είναι οι ρυθμίσεις που προσφέρουν οι εταιρείες διαχείρισης δανείων
(servicers) για λογαριασμό των funds και των τραπεζών που κατέχουν τα δάνεια. 
Από την
απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται πόσο γρήγορα και αποτελεσματικά θα
απομακρυνθεί από την οικονομία και την κοινωνία το μεγάλο «βαρίδι» των «κόκκινων
δανείων», ύψους 70 δισ. ευρώ περίπου, χωρίς τους εξωλογιστικούς τόκους.

Εδώ εντοπίζεται ένα μεγάλο πολιτικό πρόβλημα:
 
Υποτίθεται ότι έγιναν τεράστιες
τιτλοποιήσεις «κόκκινων» δανείων με εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου για να
μεταφερθούν σε funds σε πολύ μικρότερη αξία αυτά τα δάνεια και να είναι ευκολότερη η
ρύθμισή τους. 
Υποτίθεται ότι αυτό το πρόγραμμα ελάφρυνε τους τραπεζικούς
ισολογισμούς με την παρέμβαση του κράτους, όχι μόνο για να αποκατασταθεί η
σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.
 Αλλά και για να εγγραφούν οι ζημιές από τα
«κόκκινα» δάνεια, να μεταφερθούν σε νέους φορείς έχοντας χαμηλότερη λογιστική αξία
και, από μια νέα βάση, να γίνει πιο εύκολη η ρύθμισή τους.

Ας το πούμε με ένα απλοποιημένο παράδειγμα. Αν ένα δάνειο αξίας 100 ευρώ μεταφερθεί
σε fund με νέα λογιστική αξία 30 ευρώ, έχει γίνει ήδη ένα «κούρεμα» της αξίας του κατά
70%. 
Αυτή η μείωση της αξίας πρέπει να μοιραστεί ανάμεσα στο fund και στον
δανειολήπτη που θα κληθεί να το εξυπηρετήσει μετά από μια ρύθμιση.
 Αν το fund, μέσω
του servicer που διαχειρίζεται το δάνειο, διεκδικήσει από τον δανειολήπτη 60, 80 ή ακόμη
και 100 ευρώ, όπως έχει δικαίωμα, θα έχει επιδιώξει τη μεγιστοποίηση του δικού του
κέρδους, αλλά ο δανειολήπτης ή θα παγιδευτεί σε μια ρύθμιση που με μεγάλη δυσκολία
θα εξυπηρετεί, ή θα αρνηθεί τη ρύθμιση και θα βρεθεί μπροστά στις δικαστικές ενέργειες
του servicer.

Για τις ρυθμίσεις που κάνουν οι servicers λίγα είναι γνωστά. Οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι
έχουν ρυθμίσει δάνεια αξίας 40 δισ. ευρώ για 800.000 δανειολήπτες. 
Λένε ότι στο 83% των
δανείων που ρύθμισαν (το 2023) έγινε κάποια διαγραφή μέρους της οφειλής
.
 Όμως, είναι
αδύνατο να διαπιστωθεί, με τα σημερινά δεδομένα, τι ακριβώς «κουρεύουν» και πόσο
«λογικές» είναι τελικά οι ρυθμίσεις που προτείνουν στους δανειολήπτες. Προφανώς, είναι
αδύνατον να διαπιστωθεί αν ασκούν δίκαια ή καταχρηστικά τα δικαιώματά τους: αν, για
παράδειγμα, ζητούν εξόφληση κατά 50% ενός δανείου που αγόρασαν στο 10% της αξίας
του, αυτό πιθανότατα θα κρινόταν από ένα δικαστήριο ως καταχρηστική άσκηση
δικαιώματος. Όμως, τέτοια στοιχεία δεν παρουσιάζονται στα δικαστήρια, αφού δεν το
προβλέπει η νομοθεσία.

Η σταθερότητα του
υπολοίπου των δανείων, αν μη τι άλλο, υποδεικνύει ότι δεν γίνονται μεγάλες διαγραφές
οφειλών.
 
Ενώ οι servicers ισχυρίζονται ότι γίνονται διαγραφές οφειλών, τα στατιστικά στοιχεία της
Τράπεζας της Ελλάδος για τα δάνεια που βρίσκονται υπό τη διαχείρισή τους δείχνουν ότι η
αξία τους παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητη από τις αρχές του 2023. Είχε προηγηθεί μια
απότομη μείωσή της, κατά 16 δισ. ευρώ περίπου, που είχε όμως στατιστικό χαρακτήρα,
καθώς η ΤτΕ επέβαλε να μην αποτυπώνονται στα στοιχεία οι εξωλογιστικοί τόκοι.
Έκτοτε, τα δάνεια παραμένουν σε ένα ύψος περίπου 70 δισ. ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει
και κάποια νέα δάνεια που τιτλοποιήθηκαν από το 2023 και μετά. Η σταθερότητα του
υπολοίπου των δανείων, αν μη τι άλλο, υποδεικνύει ότι δεν γίνονται μεγάλες διαγραφές
οφειλών.

Η αλήθεια είναι ότι ουδείς σήμερα μπορεί να κάνει οποιαδήποτε εκτίμηση για το αν οι
servicers  εξαντλούν τα περιθώρια ευνοϊκής ρύθμισης των δανείων για τους οφειλέτες με
ένα λογικό κέρδος για τα funds, τις εταιρείες διαχείρισης και τις τράπεζες (ας μην ξεχνάμε
ότι τα πιο ποιοτικά ομόλογα των τιτλοποιήσεων του σχεδίου «Ηρακλής» έχουν καλυφθεί με
εγγύηση του Δημοσίου και βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών).


Αυτή η αδιαφάνεια, πίσω από την οποία μπορεί να κρύβονται ακόμη και περιπτώσεις
κατασχέσεων πρώτης κατοικίας για πολύ μικρά ποσά οφειλών, όπως φαίνεται από
δικαστικές αποφάσεις, πρέπει να σταματήσει. 
 
Οι servicers θα πρέπει να κληθούν από την
εποπτική αρχή, την Τράπεζα της Ελλάδος, να δώσουν όλα τα στοιχεία για τα δάνεια που
έχουν ρυθμίσει: Ποια ήταν η αρχική λογιστική τους αξίας, με αξία τιτλοποιήθηκαν και ποιο
ποσό τελικά τέθηκε σε ρύθμιση.
 
Με αυτή την εποπτική άσκηση θα εξαχθούν ασφαλέστερα
συμπεράσματα για το αν οι servicers εργάζονται για το όφελος της οικονομίας και της
κοινωνίας, ή αν έχει στηθεί ένα κερδοσκοπικό παιχνίδι εις βάρος των οφειλετών και,
τελικά, της οικονομίας και της κοινωνίας.

Ίσως, μάλιστα, έχει η ώρα για μια νομοθετική διευθέτηση του θέματος, που θα έδινε στους
δανειολήπτες αποτελεσματική προστασία από αυθαιρεσίες. Όταν οι servicers εκδίδουν
διαταγές πληρωμής, να υποχρεωθούν να ενημερώνουν το δικαστήριο για την αρχική αξία
του δανείου και για την αξία με την οποία αυτό τιτλοποιήθηκε, ώστε να μπορεί το
δικαστήριο να ελέγχει κάθε φορά αν γίνεται καταχρηστική άσκηση δικαιώματος. Αυτός ο
θεσμικός μηχανισμός θα μπορούσε να θέσει εντός θεμιτών ορίων την επιδίωξη του

κυκλώματος των «κόκκινων» δανείων για κέρδη και να φέρει βιώσιμες προτάσεις
ρυθμίσεων στους δανειολήπτες.

Χωρίς την παρέμβαση της Πολιτείας, είναι φανερό πλέον ότι το υπάρχον σχέδιο
διευθέτησης του ιδιωτικού χρέους στο πιστωτικό σύστημα (ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και
το ακόμη μεγαλύτερο ιδιωτικό χρέος στην εφορία και τον ΕΦΚΑ) θα καταλήξει σε μια
αργόσυρτη, πολυετή διαδικασία τιμωρίας των δανειοληπτών και αποκόμισης υπέρογκων
κερδών από servicers, funds και τραπεζες. 

Ένας πολύ μεγάλος αριθμός ιδιωτών και
επιχειρήσεων θα μένουν χωρίς τη δυνατότητα πλήρους συμμετοχής στην οικονομική
δραστηριότητα, ενώ, στις χειρότερες περιπτώσεις, θα χάνονται ακόμη και οι κατοικίες τους.
Εμείς στο ΠΑΣΟΚ  θα παρεμβαίνουμε συνεχώς  για να τεθούν, επιτέλους,
 όρια στην επιδίωξη κέρδους από το κύκλωμα των κορακιών των «κόκκινων» δανείων.
 
 
 
* Ο Μιχάλης Καρχιμάκης είναι πρώην
Υπουργός, Γραμματέας και Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ καθώς και σύμβουλος
του Ανδρέα Παπανδρέου. Διετέλεσε υπεύθυνος του Γραφείου
Αλληλεγγύης και του Τομέα Τεκμηρίωσης του ΠΑΣΟΚ. Μέλος της ΚΠΕ
του ΠΑ.ΣΟ.Κ
 
Copyright © 2017 "Ημαθιώτικη Γη" | All rights reserved | Development by LEONweb